Σεραφείμ Μυλωνάς
Φιλόλογος
Έφεδρος αξιωματικός
Ο
Γρηγόριος Δικαίος ή Παπαφλέσσας υπήρξε ένας
από τους κορυφαίους πρωταγωνιστές της
Επανάστασης του 1821. Γεννήθηκε το 1786
στην Πολιανή της Μεσσηνίας. Στερνοπαίδι του Δημητρίου Δικαίου, πήρε
το βαφτιστικό όνομα Γεώργιος. Αργότερα, οι απόγονοι του Δημητρίου Δικαίου
φαίνεται ότι υιοθέτησαν το όνομα Φλέσσας, το οποίο σταδιακά αποτέλεσε επώνυμο
της οικογένειας των Δικαίων. Σε μικρή ηλικία ο Γεώργιος Δικαίος εγγράφεται στην φημισμένη εκείνη την εποχή Σχολή της
Δημητσάνας. Το 1816 θα καρεί μοναχός στη
μονή Παναγιά της Βελανιδιάς κοντά στην Καλαμάτα και θα λάβει το μοναχικό όνομα
Γρηγόριος (παπάς Φλέσσας εξ ου και το Παπαφλέσσας). Εξαιτίας του επαναστατικού
χαρακτήρα του, ήλθε σε σύγκρουση με τον επίσκοπο Μονεμβασιάς, έφυγε από τη μονή
του και πήγε στο μοναστήρι της
Ρεκίτσας, στην Αρκαδία. Η νέα
σύγκρουσή του με Τούρκο αξιωματούχο για τα περιουσιακά της μονής τον
ανάγκασε να εγκαταλείψει την Πελοπόννησο. Έτσι, το 1818 πέρασε πρώτα στη
Ζάκυνθο και από εκεί κατευθύνθηκε στην Κωνσταντινούπολη.
Στην Κωνσταντινούπολη ο Γρηγόριος Δικαίος θα
συναντήσει Έλληνες πατριώτες, θα έρθει σε επαφή με σημαντικά πρόσωπα, θα
ανελιχθεί στο εκκλησιαστικό αξίωμα του αρχιμανδρίτη και το 1818 θα μυηθεί στη
Φιλική Εταιρεία από τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο. Ο Γρηγόριος Δικαίος θα
ενστερνισθεί με θέρμη και ζήλο τους σκοπούς της Φιλικής Εταιρείας και θα
αναδειχθεί δραστήριο μέλος της και ένας από τους πιο ένθερμους αποστόλους της.
Ωστόσο, η δράση του κατά τη διαμονή του στην Κωνσταντινούπολη δεν ήταν
υποδειγματική. Θα κατηγορηθεί για τον έκλυτο βίο του και τις ακόλαστες
διασκεδάσεις του, σε σημείο που η τουρκική αστυνομία να αναγκαστεί τον συλλάβει αρκετές φορές για
την «άτοπον και ανοίκειον διαγωγήν του».
Τον
Νοέμβριο του 1820 ο Παπαφλέσσας, με εντολή της Φιλικής Εταιρείας, αναχώρησε από
την Κωνσταντινούπολη για την Πελοπόννησο, με σκοπό να προετοιμάσει το έδαφος
για τον επικείμενο ξεσηκωμό. Στις 26 Ιανουάριου 1821 έλαβε χώρα στη Βοστίτσα
(Αίγιο) μυστική συγκέντρωση των προκρίτων της βορειοδυτικής Πελοποννήσου, στην
οποία ο Γρηγόριος Δικαίος, με πάθος και ενθουσιασμό, παρουσίασε τον σχεδιασμό
του Αλέξανδρου Υψηλάντη για την έναρξη του αγώνα. Συνάντησε, όμως τη δυσπιστία ορισμένων προκρίτων, οι οποίοι
διαφωνούσαν με την προοπτική της επανάστασης τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Η
σύσκεψη της Βοστίτσας απέτυχε ολοκληρωτικά και μάλιστα κατά τη διάρκειά της
επήλθε σφοδρή σύγκρουση ανάμεσα στον Παπαφλέσσα και τους προκρίτους του Μοριά,
οι οποίοι απείλησαν να τον απομονώσουν σε μοναστήρι ή ακόμα και να τον
δολοφονήσουν, προκειμένου να μη θέσει σε κίνδυνο την Επανάσταση.
Με το ξέσπασμα
της επανάστασης, ο Παπαφλέσσας ανέλαβε ενεργό δράση. Στις 23 Μαρτίου 1821 συμμετείχε με πολλούς
άλλους οπλαρχηγούς στην απελευθέρωση της Καλαμάτας και στη συνέχεια κινήθηκε
στην Ανδρίτσαινα, στην Καρύταινα, στα Βέρβαινα και στο Άργος ξεσηκώνοντας τους
κατοίκους. Τον Ιούλιο του 1821 βρέθηκε στα Μεγάλα Δερβένια της Μεγαρίδος προκειμένου να ανακόψει την
πορεία του Ομέρ Βρυώνη και τον Δεκέμβριο στην Κορινθία, όταν παραδόθηκε το
κάστρο της Ακροκορίνθου στους Έλληνες. Τον Απρίλιο του 1823 η Β΄
Εθνοσυνέλευση στο Άστρο Κυνουρίας τον εκλέγει Υπουργό των Εσωτερικών, θέση στην
οποία θα παρέμενε μέχρι τον θάνατό του.
Το επόμενο διάστημα
ο Παπαφλέσσας θα πρωταγωνιστήσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και στις εμφύλιες
διαμάχες που ξέσπασαν μεταξύ των
επαναστατημένων Ελλήνων. Στη μεγάλη διχόνοια που προέκυψε το 1824, οι νησιώτες
προσεταιρίστηκαν τους Ρουμελιώτες, οι οποίοι εισέβαλαν στον Μοριά προκαλώντας
απερίγραπτες καταστροφές και λεηλασίες. Ο Παπαφλέσσας, παρά το γεγονός ότι ήταν
παλιός συνεργάτης του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, βρέθηκε στο αντίπαλο στρατόπεδο. Στη
διάρκεια, μάλιστα, της υπουργίας του φάνηκε
και η αδυναμία του στα αξιώματα και στην
εξουσία. Πιστός στις εντολές της κυβέρνησης Κουντουριώτη, προσυπέγραψε τη φυλάκιση
του Κολοκοτρώνη και συνετέλεσε έτσι στο κλίμα του διχασμού. Αυτό ήταν το
μεγαλύτερο στίγμα που ακολουθούσε τη ζωή του. Μεθυσμένος από την εξουσία, δεν
διέγνωσε έγκαιρα τη διχόνοια που σπερνόταν ανεξέλεγκτα στους Έλληνες.
Όταν το
1825 ο Ιμπραήμ πασάς αποβιβάστηκε στην Πελοπόννησο απειλώντας να σβήσει και τις
τελευταίες επαναστατικές εστίες, ο Παπαφλέσσας ένιωσε τον κίνδυνο και με συνεχείς
αναφορές του ζήτησε να
ελευθερωθούν οι φυλακισμένοι οπλαρχηγοί, ανάμεσα σ’ αυτούς και ο Κολοκοτρώνης
που κρατούνταν στην Ύδρα. Οι εκκλήσεις του, όμως, δεν εισακούστηκαν. Παρακινούμενος
πιθανόν από το βάρος της ευθύνης που έφερε για τη φυλάκισή του Κολοκοτρώνη και
μπροστά στις απίστευτες αντιδράσεις του απλού κόσμου, αποφάσισε να δράσει
μόνος του. Με όσο στράτευμα μπόρεσε να συγκεντρώσει, οχυρώθηκε στο Μανιάκι σε μια ακατάλληλη για
άμυνα θέση, με σκοπό να ανακόψει την προέλαση της τεράστιας στρατιάς του
Ιμπραήμ. Οι ενισχύσεις, ωστόσο, που περίμενε δεν έφτασαν ποτέ και πολλοί από
τους άνδρες του, όταν είδαν το μέγεθος της εχθρικής στρατιάς, δείλιασαν και
αποχώρησαν. Στη μάχη που επακολούθησε στις 20 Μαΐου 1825 ο Παπαφλέσσας, αποφασισμένος
να αγωνιστεί μέχρι τέλους, βρήκε τον θάνατο προβάλλοντας ηρωική αντίσταση μαζί
με τους λίγους άνδρες που του είχαν μείνει.
Κάποιοι σημαντικοί ιστορικοί ισχυρίζονται ότι
ο Παπαφλέσσας είχε μετανιώσει για τη στάση του κατά τη διάρκεια του εμφυλίου
πολέμου και πήγε ως πρόβατο επί σφαγή στη μάχη με τον Ιμπραήμ, για να εξιλεωθεί
για τα λάθη του. Ο Φραντζής γράφει ότι ο
Παπαφλέσσας εγκατέλειψε το Ναύπλιο και εκστράτευσε κατά του Ιμπραήμ «με
τοιαύτην απόφασιν, ώστε ή να επιστρέψει νικητής ή να φονευθεί υπέρ πατρίδος
μαχόμενος, δια να απαλύνει τον ρύπον όλων εκείνων δια όσα κατελαλείτο». Ο
Σπηλιάδης υποστηρίζει ότι ο Παπαφλέσσας κινήθηκε εναντίον του Ιμπραήμ «με
σκοπόν να αποθάνει μαχόμενος ή να νικήσει και, αν νικήση, να επανορθώσει τα
εσφαλμένα». Άλλοι όμως ιστορικοί, λαμβάνοντας υπόψη τον χαρακτήρα του Παπαφλέσσα, ισχυρίζονται
ότι κάθε άλλο παρά μετάνιωσε για τη στάση του αλλά κινήθηκε με ιδιοτελείς
σκοπούς, αφού, αν γύριζε νικητής, θα ισχυριζόταν ότι ο λαός δεν έχει ανάγκη τον
Κολοκοτρώνη και ότι ο Μοριάς μπορούσε να
πολεμήσει και να νικήσει χωρίς τον φυσικό του αρχηγό. Όπως κι αν έχουν τα
πράγματα, η αυτοθυσία του Παπαφλέσσα έσωσε την υστεροφημία του. Ανεξάρτητα από
τις όποιες λανθασμένες αποφάσεις του και την αμφιλεγόμενη προσωπικότητά του,
ήταν ένας φλογερός επαναστάτης που με τη θυσία του κέρδισε τη θέση του στην
ιστορία.
Ενδεικτική βιβλιογραφία
1. Καργάκος Σαράντος, Η Ελληνική Επανάσταση του 1821,
εκδόσεις Gutenberg, 2021.
2. Κρεμμυδάς Βασίλης, Το Εικοσιένα. Μύθοι και
πραγματικότητες, εκδόσεις Καλλιγράφος, 2021.
3. Κωνσταντάρας Κων/νος, Το άδοξο τέλος των αγωνιστών του
21, εκδόσεις Αρχύτας, 2020.
4. Κωνσταντινίδης Ησαΐας, Παπαφλέσσας, εκδόσεις Ήλεκτρον,
2018.
5. Σκαρίμπας Γιάννης, Το 1821 και η Αλήθεια, εκδόσεις
Κάκτος, 2017.